a
a

portal.activeradio.gr - 08/06/2008

Το Μήλο, η Περιστέρα και το Μωσαϊκό Τριαντάφυλλο

"...και τέλειωσα με άριστα αλλά δεν έχω ευχάριστα / μαμά, όλα στον κόσμο είναι γραμμένα"

Ας ξεκινήσουμε από τα δεδομένα: η ευτυχέστερη καλλιτεχνική στιγμή της συνεργασίας των δυο δημιουργών δεν έκανε ...ντόρο. Ο Σταμάτης Κραουνάκης και η Λίνα Νικολακοπούλου κάθε άλλο παρά άγνωστοι ήταν το 1988. Είχαν προηγηθεί τραγούδια για τη Βίκυ Μοσχολιού, τις παραστασεις του Γιώργου Μαρίνου, τη Χριστιάνα, το Μανώλη Μητσιά, τη Δήμητρα Γαλάνη, και βέβαια η τεράστια επιτυχία του Κυκλοφορώ Κι Οπλοφορώ με την Άλκηστη Πρωτοψάλτη. Ο τελευταίος δίσκος και οι παραστάσεις στη "Λεωφόρο" καθιέρωσαν έκτοτε τους δυο καλλιτέχνεςς ως το δημοφιλέστερο (σύμφωνα με κάποιους και σπουδαιότερο) δημιουργικό δίδυμο στην μετά-Χατζιδάκις/Γκάτσος εποχή. Χατζιδάκις και Γκάτσος υπήρξαν καθοριστικές επιρροές και για τους δυο. Η Τάνια Τσανακλίδου, sui generis αρτίστα για τα δεδομένα της -τότε- (πιθανολογώ ακόμα και σήμερα...) Ελλάδας, με τους Γάλλους να εκτιμούν πολύ περισσότερο από εμάς την ποιότητα της φωνής της, μετρούσε ήδη δεκαπέντε χρόνια στη μουσική σκηνή και υπερεικοσαετή θητεία στο θεατρικό σανίδι. Το βιογραφικό της απαριθμούσε συμμετοχές και συνεργασίες με τους Λεοντή, Λοϊζο, Σπανό, Ξυλούρη, παραστάσεις με το Γιώργο Μαρίνο στη “Μέδουσα” (όπου και τραγούδησε σε α' εκτέλεση το "Η Παναγία της Πατησίων" που αργότερα περιλήφθηκε στην Πορνογραφία του Χατζιδάκι), ΚΘΒΕ, Ξένια Καλογεροπούλου, Κουν, δίσκους-πορτρέτα, τραγούδια της Edith Piaf και την αλήστου μνήμης εμπλοκή της στο (πάλαι ποτέ θεωρούμενο) πολιτιστικό γεγονός ονόματι...Eurovision (με το "Τσάρλι Τσάπλιν", σημειωτέον ένα από τα πρώτα τραγούδια του Στ. Κραουνάκη).
Τρεις απόλυτα δόκιμοι και δημοφιλείς καλλιτέχνες, λοιπόν, ένωσαν το ταλέντο τους στο συγκεκριμένο δίσκο – συνεργασία η οποία, θα περίμενε κανείς, είχε τα εχέγγυα να βρει εμπορικό αντίκρισμα. Κι όμως, ο δίσκος δεν είχε εμπορική απήχηση. Δεν "χρυσώθηκε". (Ασφαλώς, σε μια εποχή που το να πουλάνε οι δίσκοι δεν ήταν ...ντροπή και εφαλτήριο για κατηγορίες καλλιτεχνικής έκπτωσης, κατά την σημερινή παρανοϊκή λογική... Και βέβαια τότε που ο χρυσός αντιπροσώπευε το μετάλλιο-από-τους-ακροατές-στον-καλλιτέχνη, όχι τις ...παραγγελίες των δισκοπωλείων). Τι συνέβη επομένως με το Μαμά Γερνάω; Πολύ απλά κύρωσε τη "σχολή Κραουνάκης-Νικολακοπούλου", συμπυκνώνοντας όλα τα προτερήματα και αποκλείοντας τα ελαττώματα της καλλιτεχνικής περσόνας των δύο δημιουργών. Η Τσανακλίδου λειτούργησε ως καταλύτης και το κράμα προέκυψε, συν το χρόνω, ένας από τους κλασικούς ελληνικούς δίσκους του περασμένου αιώνα.

Ο Σταμάτης Κραουνάκης, με τη γεννήτρια ιδεών στο κόκκινο, στην εν λόγω δουλειά φαίνεται να αποφασίζει πως δεν τον αφορούν αβαντοδόρικες εμμονές που θα εξασφάλιζαν το ...σουξέ. Με την αγαπημένη του συνήθεια να "μαγειρεύει" στο πιάνο επιρροές και δάνεια από χίλιες δυο ενδημικές και ξενόφερτες πηγές, "ευφυέστερος των μαθητών που ...κλέβουν" (για να παραφράσουμε μια δική του δήλωση), γράφει συμπαγείς μελωδίες που αναμετρώνται στα ίσα με την δημιουργική του φλέβα και δηλώνουν ιδία καταγωγή. Διοχετεύει, αντίθετα, την πληθωρικότητά του στην επιλογή της ορχήστρας (πάνω από είκοσι όργανα) και των ενορχηστρώσεων (στο σύνολο εμπιστεύεται πέντε ενορχηστρωτές). Παρ' όλα αυτά, καταφέρνει να μην υπερφορτωθούν ηχητικά τα τραγούδια, δημιουργώντας μια προσφιλή στη θεατρική και κινηματογραφική συνθήκη μουσική ατμόσφαιρα – μεγάλη νίκη, θαρρώ, για έναν συνθέτη που θέλησε να οργανώσει το ταλέντο του αποφεύγοντας την (φύσει αλλά και πλέον θέσει) υπερβολή που πολλές φορές θα χαρακτηρίσει εν συνεχεία το δημιουργικό του εκτόπισμα. Και μια παρασκηνιακή make of ιστορία: πριν από λίγα χρόνια, σε μια από τις παραστάσεις τις στο "Μετρό" η Τάνια Τσανακλίδου διηγείται την πρόσχαρη περιπέτειά της με μια χαρτορίχτρα (με αφορμή την ερμηνεία του ομώνυμου τραγουδιού του Πετσά), μπας και βρει αν όντως τη θέλει ή απλά την παιδεύει ο τότε εκλεκτός της καρδιάς της. Τη συγκεκριμένη χαρτομάντισσα θα της την συστήσει ο συνθέτης, έπειτα από τη γνωμάτευση που θα κάνει για το σπουδαίο μέλλον του δίσκου αν τον ...αγιάσουν. "Μωρή, θα θυμιατίσω!" δήλωσε ο συνθέτης στην ερμηνεύτρια. Εξού και ο ήχος από το λιβανιστήρι στο "Είσοδος"...

Η Λίνα Νικολακοπούλου, άλλη μεγαλη νικήτρια του εαυτού της στην εν λόγω εργασία, ακολουθεί (και εδώ) με συνέπεια τη σχολή του "καθημερινού λόγου" (της οποίας υπήρξε, μαζί με τους τραγουδοποιούς του '80, ιδρυτικό μέλος) που αντλεί αναφορές από τα υλικά στιγμιότυπα και τις ένδον σκέψεις των (τότε) νέων. Ο φωτογραφικός χαρακτήρας της στιχουργικής της Νικολακοπούλου είχε ήδη κάνει εμφανή την παρουσία του στο Κανονικά του 1984. Στο Κυκλοφορώ Κι Οπλοφορώ τον καλλιέργησε ακόμα περισσότερο. Και στο Μαμά Γερνάω συνεχίζει και οριοθετεί πλήρως το χώρο της: τη θεματική των διαπροσωπικών σχέσεων, της οποίας γίνεται πλέον η δικαιωματική κυρίαρχος. Με μια διαφορά: οι στίχοι της, καθώς φαίνεται προσαρμοσμένοι σ' ένα γυναικείο ερμηνευτικό χαρακτήρα, υιοθετούν εικόνες και φράσεις απολογισμού απέναντι στην απειλή της ηλικίας – τότε, που το να τριανταρίζεις και να τριανταπενταρίζεις, σήμαινε την καμπή της ωρίμανσης και τη διάθεση για σούμα απέναντι στον κοινωνικό ρόλο. Η ηρωίδα της γερνάει από τραγούδι σε τραγούδι, ξεκινώντας στο "Μοίρες" με τον τσαμπουκά ανθρώπου που αναγνωρίζει τη φθορά για να καταλήξει στο "Ζελατίνα" με το αίτημα να απομακρυνθούν οι προβολείς από το φαίνεσθαι του καθρέφτη – απέναντί του στέκονται πια μόνο τα είδωλα της εμπειρίας. Μορφολογικά η στιχουργός βρίσκεται ακόμα μακριά από τις λεκτικές ακρότητες (δηλ. την κυριαρχία της φόρμας στο περιεχόμενο) και τις ...εμπρηστικές της διαθέσεις απέναντι στο συντακτικό, όπως αυτές υπονόμευσαν αρκετές φορές τα κείμενά της στη δεκαετία του '90. Αιχμή της διάθεσής της για νεωτερική γραφή είναι σε αυτόν το δίσκο το "Πάτωμα", τραγούδι, πιστεύω, κατ' εξοχήν αντιπροσωπευτικό της "σχολής Νικολακοπούλου". Καθαρό δείγμα της μικτής θεματολογίας που χαρακτηρίζει τη γραφή της (ουδέποτε έγραψε αμιγώς ερωτικά ή εξομολογητικά κείμενα), στο εν λόγω κομμάτι η Νικολακοπούλου ενσωματώνει την καταγωγή της από τη νεοσύστατη σχολή του καθημερινού λόγου με τη μελλοντική της ενασχόληση με την ελλειπτική γραφή που "φιλοσοφεί" την ενδοσκόπηση (όπως εκφράστηκε στο Σαν Ηφαίστειο Που Ξυπνά, δίσκος στο οποίο ανανέωσε πλήρως και με δημιουργικό τρόπο για τρίτη και τελευταία -εύχομαι όχι ύστατη- φορά τα χαρακτηριστικά του λόγου της). Και τέλος το ομώνυμο του δίσκου τραγούδι, που, παρ' όλη τη βιτρίνα της γυναικείας ερμηνείας, συνεχίζω να πιστεύω πως αποτελεί ...οιδιπόδειο άσμα.

Η Τάνια Τσανακλίδου συνέβαλε στην δημιουργία του δίσκου με τον δικό της καλλιτεχνικό κανόνα, ξεχωριστής ιδιοσυγκρασίας. "Φόρεσε" τα τραγούδια και τα μετουσίωσε στη μορφή που χαρακτηρίζει τον ερμηνευτικό της τρόπο: τρίλεπτα μονόπρακτα, τραγουδώντας με τα σπλάγχνα. Χρωματίζοντας τη φωνή της με τη σωματική ένταση που απαιτούσαν οι στίχοι και η μουσική, άλλοτε με μειδίαμα και άλλοτε σπαρακτική, έχει (και σε αυτόν το δίσκο) απόλυτη επίγνωση της λειτουργίας του καλλιτέχνη που εκτίθεται – χωρίς να απαιτεί τη συνενοχή.

Έκτοτε... οι τρεις καλλιτέχνες ουδέποτε συναντήθηκαν εκ νέου. Τέσσερα τραγούδια του δίσκου έχουν σταθερή παρουσία στο ρεπερτόριο της Τσανακλίδου, ούτως ώστε με κάθε ανανέωση του ακροατηρίου να υπάρχει συνεχής αναφορά στην ύπαρξη του δίσκου – τα υπόλοιπα δεν επανακτελούνται συχνά πλέον και δεν απέκτησαν διασκευές (με εξαίρεση το "Φίλοι" από το Όταν Ερχονται Οι Φίλοι Μου, με την α λα Tom Waits ενορχήστρωση και την ερμηνεία του συνθέτη). Κραουνάκης και Νικολακοπούλου συνέχισαν να συνεργάζονται για κάτι λιγότερο από μια δεκαετία, λίγο προτού το Μήλο να επαναπροσδιορίσει τις διαθέσεις του απέναντι στην τέχνη του, πότε δημιουργώντας το θαύμα από το πουθενά και πότε με την υπερβολή να ακκίζεται ως αυτοσκοπός, κι η Περιστέρα εισέλθει στην αμφισημία των λέξεων που άλλοτε υπακούν στην εσωτερική ανάγκη για επανεκκίνηση της δημιουργίας κι άλλοτε θολώνουν σε εικόνες διανοουμενίστικου εντυπωσιασμού. Το δε Τριαντάφυλλο, παρ' όλη την παρουσία ενός κλασικού δίσκου στις αποσκευές, δεν εξαργύρωσε ποτέ την καλλιτεχνική αξία του τελευταίου πάνω σε ένα συγκεκριμένο προφίλ καριέρας, επιλέγοντας να λειτουργήσει με γνώμονα τον πειραματισμό κι όχι τα δισκογραφικά συμβόλαια. "Πενήντα καλοκαίρια και χειμώνες" τώρα πια...

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δεν μπορω να καταλαβω ακριβως το γιατι γραφτηκε το συγκεκριμενο κειμενο το οποιο διαπνεεται σε πολλα σημεια του απο ενα τονο ειρωνιας ανευ ουσιας.Μιλωντας αρχικα για την συχνη προσπαθεια-αυτοσκοπο του κραουνακη και της νικολακοπουλου να εντυπωσιασουν και να εκπληξουν,μηπως θα επρεπε να σκεφτει ο κειμενογραφος οτι οι δυο δημιουργοι με την παρουσια και την προσφορα τους στον χωρο δεν εχουν αναγκη να "δειξουν" τιποτα παραπανω απ αυτο που ειναι?Σαφως και οι δυο εχουν κανει στην πορεια τους λαθη αλλα προς θεου αν σε δυο τετοιους δημιουργους δεν μπορουμε να συγχωρεσουμε το ατοπημα αλλα τους περιμενουμε στη γωνια να τους πυροβολησουμε λες και ειμασταν ετοιμοι απο καιρο.Οσον αφορα τωρα στην πορεια της τσανακλιδου η οποια τραγουδα 4 τραγουδια απ το "μαμα γερναω" σε καθε εμφανιση της ούτως ώστε με κάθε ανανέωση του ακροατηρίου να υπάρχει συνεχής αναφορά στην ύπαρξη του δίσκου οπως λετε θα επρεπε να ξερετε αν ειχατε παρακολουθησει την πορεια και τη λογικη της οτι το "να πουλαμε δισκους" και να θυμιζουμε σε ολους την παρουσια μας δεν ειναι οι στοχοι της.Στις παραστασεις της τραγουδαει τραγουδια δικα της καθως και δουλειες αλλων,τραγουδαει ο,τι ενεργοποιει το συναισθημα της γιατι μονο αν συγκινηθει η ιδια θα μπορεσει να συγκινησει και μας.Θα επρεπε επισης να ξερετε οτι δεν ειναι μονο 4 τα τραγουδια του δισκου που μας "υπενθυμιζει" αλλα πολλα περισσοτερα τα οποια εναλλασσονται αναλογα με τις περιστασεις και τις απαιτησεις των παραστασεων.Τελος,μιλησατε για το πολυσυζητημενο προφιλ καριερας.Ευτυχως η δυστυχως καθε καλλιτεχνης διαλεγει με διαφορετικο τροπο να χτισει αυτον τον τιτλο.Και η τσανακλιδου δεν εχει καμμια εσωτερικη αναγκη να τραγουδαει για να προωθει τους δισκους της μανατζαροντας ετσι καλυτερα τον εαυτο της.Το μαμα γερναω δεν το μαθαμε επειδη "επαναληψη μητηρ πασης μαθησεως" ουτε κραταμε την τσανακλιδου στην καρδια μας επειδη μας υποσχεται καθε χρονο να βγαζει κι ενα cd πιστη στα δισκογραφικα συμβολαια.Μηπως θα επρεπε να αρχισει ο καθενας μας να κοιτα και λιγο πιο ουσιαστικα στην ουσια των πραγματων?Και μηπως η εικονα του καλλιτεχνη πρεπει να παψει να ταυτιζεται με αυτη των προιοντων στις διαφημισεις τα οποια ικανοποιουν η οχι τις προσδοκιες μας?Δε δηλωνω ουτε γνωστης της λειτουργιας της δισκογραφιας ουτε ψυχολογος των κινησεων της τσανακλιδου.Ειμαι απλως απαιτητικος και οχι επικριτικος θεατης που προσπαθει να βλεπει και λιγο πιο περα και να συγχωρει τα οποια λαθη δε γινονται σε βαρος του αληθινου συναισθηματος.Στην περιπτωση λοιπον του μαμα γερναω και της ερμηνευτριας του η τεχνικη γραφης του κειμενου σας με τη μορφη του "ναι μεν,αλλα.." δεν προσθετει κατι στην σφαιρικοτητα του απλα μας ενεργοποιει υπερ του "ναι" και μας ωθει να βρουμε μεσα μας γιατι αρνουμαστε το "αλλα"..Γιατι το μαμα γερναω και ολη η πορεια της ερμηνευτριας του εξαργυρωνεται-για να χρησιμοποιησω τη δικη σας εκφραση-καθε φορα που η τανια ψιθυριζει,χορευει τους στιχους του,τραγουδαει τραγουδια δικα της και αλλων,μας διαβαζει παραμυθια,μας νανουριζει,μας μαλωνει που αργησαμε,μας υπενθυμιζει πως ο καλλιτεχνης δεν ειναι οργανο κανενος,μας γελαει κανοντας σαρδαμ στα λογια,μας συγκινει κανοντας την ψυχη κραυγη.
Και ενω οι δισκογραφικες εταιρειες θα πουλανε προφιλ καρριερας σε χρυσους φακελους,
Η αλεπου του μικρου πριγκηπα θα προετοιμαζει για παντα τη ζωη της σαν μια τελετη.
Ο λυκος θα δαγκωνει το χερι κι υστερα θα γλειφει την πληγη με απεραντη αγαπη.
Το ENVY θα κανει party με trans-electro.
Το φως θα πεφτει κοκκινο βαθυ.
Εκεινη θα λεει "μαγκια μας"
Εμεις θα φωναζουμε "γεια σου τανια"
και θα μαστε απολυτα σιγουροι οτι ποτε,ποτε δε μας χαριστηκε.

irina

Ανώνυμος είπε...

Εγώ πάλι διαβάζοντας το εν λόγω κείμενο δεν βλέπω το συντάκτη αρνητικά "προκατηλειμμένο" απέναντι στους τρεις καλλιτέχνες...ίσα ισα, διαβάζω για δίσκο που "κύρωσε τη "σχολή Κραουνάκης-Νικολακοπούλου", συμπυκνώνοντας όλα τα προτερήματα και αποκλείοντας τα ελαττώματα της καλλιτεχνικής περσόνας των δύο δημιουργών. Η Τσανακλίδου λειτούργησε ως καταλύτης και το κράμα προέκυψε, συν το χρόνω, ένας από τους κλασικούς ελληνικούς δίσκους του περασμένου αιώνα.", για τον συνθέτη ο οποίος "μαγειρεύει" στο πιάνο επιρροές και δάνεια από χίλιες δυο ενδημικές και ξενόφερτες πηγές, "ευφυέστερος των μαθητών που ...κλέβουν" (για να παραφράσουμε μια δική του δήλωση), γράφει συμπαγείς μελωδίες που αναμετρώνται στα ίσα με την δημιουργική του φλέβα και δηλώνουν ιδία καταγωγή", για τη στιχουργό "άλλη μεγαλη νικήτρια του εαυτού της στην εν λόγω εργασία", και πάνω απ' όλα για την Τάνια μας "συνέβαλε στην δημιουργία του δίσκου με τον δικό της καλλιτεχνικό κανόνα, ξεχωριστής ιδιοσυγκρασίας. "Φόρεσε" τα τραγούδια και τα μετουσίωσε στη μορφή που χαρακτηρίζει τον ερμηνευτικό της τρόπο: τρίλεπτα μονόπρακτα, τραγουδώντας με τα σπλάγχνα. Χρωματίζοντας τη φωνή της με τη σωματική ένταση που απαιτούσαν οι στίχοι και η μουσική, άλλοτε με μειδίαμα και άλλοτε σπαρακτική, έχει (και σε αυτόν το δίσκο) απόλυτη επίγνωση της λειτουργίας του καλλιτέχνη που εκτίθεται – χωρίς να απαιτεί τη συνενοχή." Διακρίνω μια άποψη που προσπαθεί να είναι όσο πιο αντικειμενική και νηφάλια γίνεται, και κυρίως με αγάπη για την Τάνια - εξού και το σχόλιο για καλλιτέχνη που προτίμησε τον πειραματισμό από τη σίγουρη οδό και την επιτυχία που θα του εξασφάλιζε η καλλιτεχνική σημασία του δίσκου. Διακρίνω εκτίμηση χωρίς φανατισμούς, πίστη χωρίς πόρωση...και χαίρομαι που η ιδιαίτερη αγάπη που μπορεί να τρέφουμε για τους καλλιτέχνες δεν μας εξαναγκάζει να τους θεοποιούμαι κιόλας.
Η Τάνια ήταν και είναι εδώ με τη φωνή και την ψυχούλα της να γυμνάζει τις δικές μας χωρίς ανταλλάγματα.

Χαρά

ΥΓ: Καλώς σας βρήκα!