a
a

Καθημερινή - 10/11/2007

Τάνια Τσανακλίδου, συλλέκτης εμπειριών
Η δημοφιλής καλλιτέχνις εμφανίζεται στο «Μετρό» με «Παλιές αγάπες και τραγούδια μεθυσμένα» Δευτερότριτα και Τετάρτες
Της Γιωτας Συκκα

Οδοστρωτήρας. Στη σκηνή λίγοι μπορούν να της παραβγούν κι αυτό γιατί έχει μια τρομερή ένταση και διάθεση για εξομολόγηση. Η Τάνια Τσανακλίδου χρόνια τώρα αποκαλύπτεται σε κάθε της μουσική παράσταση. Ξεμπροστιάζει τον εαυτό της, τις ανάγκες της, τσακώνεται, αυτοσαρκάζεται, υπερβάλλει, παίζει ρόλους, συνομιλεί, αυτοσχεδιάζει, πίνει, καπνίζει, τα κάνει όλα. Είναι με λίγα λόγια ο εαυτός της. Αληθινή.

Ετσι θα τη συναντήσετε στο «Μετρό» στου Γκύζη. «Παλιές αγάπες και τραγούδια μεθυσμένα» Δευτερότριτα και Τετάρτες σε ένα πρόγραμμα που μοιάζει ελεύθερο, αλλά έγινε με τη δεξιοτεχνία ενός μερακλή μάστορα.

- Πώς ετοιμάζετε ένα πρόγραμμα. Θέμα διάθεσης ή σκοπού;

- Ολα αυτά τα χρόνια έκανα προγράμματα για να τα ακούσει ένας και μόνο. Ο εκάστοτε έρωτάς μου. Αλλα ήταν «θα σου δείξω εγώ» κι άλλα στο στυλ «έχω κάτι να σου πω». Φέτος, δεν είχα κανέναν να τα πω. Ηρθα σε αμηχανία. Ομως, ακριβώς επειδή δεν είχα κανένα νταλκά, απελευθερώθηκα. Για πρώτη φορά δεν είπα τραγούδια που τα θεωρούσα δεδομένα. Ούτε το «Μαμά γερνάω», ούτε τις «Μοίρες» ούτε τίποτα. Φώναξα τα παιδιά στο σπίτι, τον Παναγιώτη Τσεβά και τον Γιάννη Παπαζαχαριάκη (μετά ήρθε και ο Μανώλης Καραντίνης) και μέσα σε δύο ώρες βγήκε το πρόγραμμα. Με κλάματα και συγκίνηση. Οταν έφυγαν κάθισα και το έγραψα, με τις παρλάτες.

- Κι όμως, κάθε βράδυ αυτοσχεδιάζετε.

- Κατάλαβα νωρίς ότι πρέπει να γελάς και να κλαις. Γελάω πρώτα με τον εαυτό μου. Ετσι λυτρώνομαι κάθε βράδυ στη σκηνή. Νομίζω ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ να πάω σε Ψ. Δεν παίρνω ψυχοφάρμακα, μάλλον τη γλίτωσα.

- Αυτοσαρκάζεστε λέγοντας: «Εστησα μια καριέρα με τα κλάματα». Ετσι είναι;

- Οι γυναίκες έχουν ανάγκη αυτήν την επικοινωνία. Τις ρωτάω από τη σκηνή και το παραδέχονται. Η σύγχρονη γυναίκα είναι στριμωγμένη από τα πρότυπα που της επιβάλλονται. Δυστυχισμένη με το σώμα της, την εικόνα της, την προσωπικότητά της. Εχει το άπιαστο όνειρο ενός μοντέλου που αν δεν το ανταγωνιστεί επάξια, αισθάνεται πως δεν υπάρχει. Βγαίνω εγώ με τα κιλάκια μου και τα χρονάκια μου και τις απελευθερώνω. Κορίτσια θα κλάψουμε που μας παράτησαν αλλά δεν θα πεθάνουμε κιόλας.

- Τους συστήνεστε ως μια γυναίκα σε εμμηνόπαυση χωρίς σύντροφο, που είναι χοντρή αλλά αισθάνεται… juicy.

- Οταν τα λέω γελώντας λυτρώνομαι. Αν κλαφτώ γι' αυτά την έβαψα. Καλύτερα να κλάψω σπίτι. Στα μεγάλα ζόρια κατεβάζω τα ρολά. Η αποδόμηση στη σκηνή είναι πλήρης. Υστερα έρχεται η αποδοχή και η συμφιλίωση.

- Σε αυτά κρύβεται και μια αγωνία για τον θάνατο;

- Ολες οι ψυχώσεις και οι νευρώσεις μας ξεκινούν από το γεγονός ότι δεν μπορούμε να φανταστούμε πως θα πεθάνουμε. Γι' αυτό δεν έχουμε ποιοτική ζωή. Μόνο εκείνος που αποδέχεται τον θάνατο ζει καλά. Αλλιώς η ζωή είναι δάνειο. Την πρώτη μου κρίση με το θέμα τη βίωσα 16 χρόνων. Ενα βράδυ διαβάζοντας είδα ένα σεμέν της μάνας μου και σκέφτηκα: «Αυτό θα μείνει, ενώ η μάνα μου κι εγώ θα φύγουμε». Μπήκα στη διαδικασία του θανάτου. Επαιρνα βάλιουμ για δέκα χρόνια. Ετσι διάβασα όλο τον Φρόιντ, τον Νίτσε και τον Ντοστογιέφσκι.

- Πώς αισθάνεστε;

- Είμαι συλλέκτης εμπειριών. Χαίρομαι ότι έζησα. Δεν αποποιούμαι καμία εποχή μου.

- Εκείνες που τραγουδούσατε στα μιούζικ χολ…

- Με την μπριζόλα, το λουλουδικό να τραγουδάω με εμμονή το «Surabaya Johnny» του Βάιλ. Αυτό κρύβει μια αλαζονεία. Ηθελα να επιβάλω πράγματα σε χώρους που ούτε οι άνθρωποι τα ήθελαν ούτε μου τα ζήτησε κανείς.

- Πώς αισθάνεστε που καθιερώσατε το ωράριο των 9.30 στο «Μετρό» πριν από λίγα χρόνια;

- Πανευτυχής γιατί βρήκα ανταπόκριση. Ερχεται ο άλλος, βλέπει το πρόγραμμα στις 12.30, έχει τελειώσει μαζί με το ανκόρ. Δεν μπορώ να ακούω ότι φταίει ο κόσμος για όλα. Ο κόσμος εκπαιδεύεται και ανταποκρίνεται στη συνέπεια.

- Η αγωνία για περισσότερα χρήματα ξεχειλώνει τα προγράμματα στα κέντρα;

- Τα χρήματα και η επιτυχία είναι δύο κίνδυνοι που όποτε μπαίνουν στη ζωή μου τρέμω. Με έχω δει να γίνομαι χυδαία όταν είχα εξουσία και περισσότερα. Το πρόγραμμα των τραγουδιστών δεν πρέπει να ξεπερνά το δίωρο. Σε συνεργασίες με συναδέλφους μου τσακώνομαι. Μου λένε «μα πότε θα πούμε τα τραγούδια μας;». Ας μην τα πούμε ποτέ.

- Ποιο κοινό προτιμάτε;

- Αυτό που αγωνίζομαι να το κερδίσω. Αν δω κάποιον να βαριέται κάτω νομίζω ότι φταίω εγώ που είμαι πάνω.

- Αυτό που κάνετε φέτος, να ζητάτε χρήματα από το κοινό για τα αδέσποτα, είναι διασκεδαστικό αλλά και παρεξηγήσιμο.

- Ας παρεξηγηθούν. Παλιά στα πανηγύρια πλήρωναν για να χορέψουν. Eγώ την παράστασή μου την τελειώνω κανονικά. Το επιπλέον πληρώνεται και προορίζεται για τα αδέσποτα. Πριν από τις γιορτές σκέφτομαι τα μισά να πάνε στο κέντρο περίθαλψης άγριων ζώων στην Αίγινα και τα υπόλοιπα στην πιο φερέγγυα οργάνωση.

- Θα ξαναπαίζετε στο θέατρο στον «Ηχο του όπλου» της Λ. Αναγνωστάκη που σκηνοθετεί η Ελλη Παπακωνσταντίνου. Φλερτάρετε πάλι με το είδος;

- Τρέμει το φυλλοκάρδι μου. Εχω από το 1981 να πλάσω ένα δύσκολο χαρακτήρα. Η παράσταση θα ανέβει στο θέατρο του Καστανιώτη. Με ενδιαφέρει το θέατρο. Αλλωστε, έτσι όπως είναι η φτιαξιά μου πόσα χρόνια θα αντέξω στο τραγούδι. Ονειρεύομαι καρατερίστες στο σανίδι.

- Φοβάστε για τη φωνή σας, αλλά το τσιγάρο του δίνετε και καταλαβαίνει όταν τραγουδάτε.

- Επειδή θα μας το κόψουν μετά τις γιορτές. Εχουμε οδηγία από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Καπνίστε, λοιπόν, γιατί χανόμαστε…

Η συζήτηση τελειώνει. Βρίσκεται άλλωστε στις Μηλιές του Πηλίου. Το χωριό της όπως λέει. «Θέλω να πάω στην εκκλησία, είναι των Αρχαγγέλων κι έχει αρτοκλασία». Στην απορία μου γελάει. «Ηταν το όνομα του πατέρα μου. Ετσι λένε και τα ανίψια μου. Μόνο τέτοια εποχή πάω. Το Πάσχα πάνε οι πλούσιοι και οι διάσημοι. Το Κολωνάκι. Θες να σου ανάψω ένα κεράκι;

Δεν υπάρχουν σχόλια: